Εγώ θέλω να κοιμάμαι πλάι σου…
Και να σου κάνω τα ψώνια σου, και να σου κουβαλάω τις σακούλες σου,
Και να σου λέω πόσο πολύ μου αρέσει να είμαι μαζί σου,
Και να θέλω να παίζουμε κρυφτό,
Και να σου δίνω τα ρούχα μου, και να σου λέω πόσο μ’ αρέσουν τα παπούτσια σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες ώσπου να κάνεις μπάνιο,
Και να σου τρίβω το σβέρκο σου,
Και να σου φιλάω τα πόδια σου,
Και να σου κρατάω το χέρι σου,
Και να βγαίνουμε για φαγητό, και να μη με νοιάζει που θα μου τρως το δικό μου,
Και να σου δακτυλογραφώ την αλληλογραφία σου, και να σου κουβαλάω τα ντοσιέ σου,Και να σου κάνω τα ψώνια σου, και να σου κουβαλάω τις σακούλες σου,
Και να σου λέω πόσο πολύ μου αρέσει να είμαι μαζί σου,
Και να θέλω να παίζουμε κρυφτό,
Και να σου δίνω τα ρούχα μου, και να σου λέω πόσο μ’ αρέσουν τα παπούτσια σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες ώσπου να κάνεις μπάνιο,
Και να σου τρίβω το σβέρκο σου,
Και να σου φιλάω τα πόδια σου,
Και να σου κρατάω το χέρι σου,
Και να βγαίνουμε για φαγητό, και να μη με νοιάζει που θα μου τρως το δικό μου,
Και να γελάω με την παράνοια σου, Και να σου δίνω κασέτες που δεν θα τις ακούς,
και να βλέπουμε καταπληκτικές ταινίες, και να βλέπουμε απαίσιες ταινίες,
και να μαλώνουμε για το ραδιόφωνο,
και να σε βγάζω φωτογραφίες όταν κοιμάσαι,
και να σηκώνομαι πρώτος για να σου φέρω καφέ και κουλούρια και γεμιστά κρουασάν,
Και να πηγαίνουμε για καφέ στο Φλοράντ τα μεσάνυχτα,
Και να σ’ αφήνω να μου κάνεις τράκα τσιγάρα,
Και να μην καταφέρνω ποτέ να βρω ένα σπίρτο,
Και να σου λέω τι είδα στην τηλεόραση χτες το βράδυ,
Και να μη γελάω με τα αστεία σου, και να σε θέλω το πρωί αλλά να σ’ αφήνω να κοιμηθείς λίγο ακόμα.
Και να φιλάω την πλάτη σου, και να χαϊδεύω το δέρμα σου.
Και να σου λέω πόσο μα πόσο αγαπώ τα μαλλιά σου, τα μάτια σου, τα χείλη σου, το λαιμό σου, το στήθος σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες και να καπνίζω, ώσπου να γυρίσει σπίτι ο διπλανός σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες ώσπου να γυρίσεις σπίτι εσύ,
Και να τρελαίνομαι όταν αργείς,
Και να ξαφνιάζομαι όταν γυρίζεις νωρίτερα,
Και να σου χαρίζω ηλιοτρόπια,
Και να πηγαίνω στο πάρτι σου και να χορεύω ώσπου να πέσω ξερός,
Και νάμαι δυστυχισμένος όταν έχω άδικο,
Και νά μαι ευτυχισμένος όταν με συγχωρείς,
Και να χαζεύω τις φωτογραφίες σου,
Και να παρακαλάω να σ’ ήξερα μια ζωή.
Και ν’ ακούω τη φωνή σου στο αυτί μου,
Και να νοιώθω το δέρμα σου πάνω στο δέρμα μου,
Και να τρομάζω όταν θυμώνεις,
Και τόνα σου μάτι να κοκκινίζει και το άλλο γαλάζιο,
Και να σ’ αγκαλιάζω όταν σε πιάνει αγωνία,
Και να σε κρατάω σφιχτά όταν πονάς,
Και να σε θέλω όταν σε μυρίζω,
Και να σε πληγώνω όταν σε αγγίζω,
Και να κλαψουρίζω όταν είμαι πλάι σου, και να κλαψουρίζω όταν δεν είμαι,
Και να κυλάει το σάλιο μου πάνω στο στήθος σου,
Και να σε πλακώνω και να σε πνίγω τις νύχτες,
Και να ξεπαγιάζω όταν μου παίρνεις τις κουβέρτες, και να ζεσταίνομαι όταν δεν μου τις παίρνεις,
Και να λιώνω όταν χαμογελάς και να διαλύομαι όταν γελάς,
Και να μην καταλαβαίνω όταν λες ότι σε απορρίπτω,
Και ν’ αναρωτιέμαι πως σου πέρασε ποτέ απ’ το νου ότι εγώ θα μπορούσα ποτέ να σε απορρίψω,
Και ν’ αναρωτιέμαι ποια είσαι αλλά να σε δέχομαι έτσι όπως είσαι,
Και να σου λέω για το μαγεμένο δάσος, τον άγγελο του δέντρου, το αγόρι που πέρασε πετώντας τον ωκεανό επειδή σ’ αγαπούσε,
Και να σου γράφω ποιήματα, και να αναρωτιέμαι γιατί δεν με πιστεύεις,
Και να σ’ αγαπάω τόσο βαθιά που να μην μπορώ να το βάλω σε λόγια,
Και να θέλω να σου πάρω ένα γατάκι που θα το ζηλεύω γιατί θα το προσέχεις περισσότερο από μένα,
Και να μη σ’ αφήνω να σηκωθείς απ’ το κρεβάτι όταν πρέπει να φύγεις,
Και να σου αγοράζω δώρα που εσύ δεν τα θέλεις, και πάλι να τα παίρνω πίσω,
Και να σου λέω να παντρευτούμε, και συ να μου λες πάλι όχι,
Αλλά εγώ να στο λέω και να στο ξαναλέω, γιατί όσο κι αν νομίζεις πως δεν το λέω σοβαρά εγώ πάντα σοβαρά το έλεγα,από την πρώτη φορά που στο είπα,
Και να τριγυρίζω στη πόλη και να τη νοιώθω άδειος χωρίς εσένα,
Και να θέλω ότι θέλεις,
Και να νομίζω πως χάνομαι, αλλά να ξέρω πως πλάι σου είμαι ασφαλής, Και να σου μιλάω για ότι χειρότερο έχω μέσα μου,
Και να προσπαθώ να σου δίνω ότι καλύτερο έχω μέσα μου γιατί δεν σου αξίζει τίποτα λιγότερο,
Και να σου λέω την αλήθεια αν και κατά βάθος δεν θέλω, Και να προσπαθώ να είμαι ειλικρινής γιατί ξέρω πως το προτιμάς,
Και να νομίζω πως όλα τέλειωσαν, κι ωστόσο να περιμένω άλλα δέκα λεπτά πριν με πετάξεις έξω απ’ ζωή σου,
Και να ξεχνάω ποιος είμαι, Και να κάνουμε έρωτα στις τρεις το πρωί,
Και κάπως με κάποιο τρόπο να σου εκφράζω έστω και λίγο
Τον ακάθεκτο
Τον ακατάλυτο
Τον ακατάσβεστο
Τον μεταρσιωτικό
Τον ψυχαναλυτικό
Τον άνευ όρων τον τα πάντα πληρούντα, τον δίχως τέλος και δίχως αρχή,
ΕΡΩΤΑ ΜΟΥ ΓΙΑ ΣΕΝΑ
Sarah Kane
Η Σάρα Κέην γεννήθηκε στην Αγγλία το 1971.
Οι γονείς της ήταν Ευαγγελιστές και η ίδια στην εφηβεία της ασπάστηκε τον χριστιανισμό.
Αργότερα σχολίαζε την αφέλειά της κι έγινε άθεη ασκώντας κριτική στα εγκλήματα που γίνονταν στο όνομα του θεού.
«God, the bastard», ήταν μια ατάκα του Μπέκετ που χρησιμοποιούσε συχνά.
Ασχολήθηκε νωρίς με το θέατρο, παίζοντας, σκηνοθετώντας και γράφοντας.
Τη δεκαετία του '90 στην Αγγλία αναπτυσσόταν μια νέα θεατρική τάση, που ήθελε να προκαλέσει το κυρίαρχο συμβατικό θέατρο.
Προκαλούσε το θεατή, τον ανησυχούσε, τον ταρακουνούσε.
Η Σάρα Κέην συγκαταλέγεται στους συγγραφείς και σκηνοθέτες αυτού του είδους θεάτρου, που ονομάστηκε "In-yer-face" theatre.
Η ίδια προτιμούσε να μιλάει για βιωματικό θέατρο.
Η θεατρική της δραστηριότητα ήταν έντονη, ακραία και ολιγόχρονη
και τερματίστηκε από τον εκούσιο θάνατό της το Φλεβάρη του 1999.
Το έργο της πολεμήθηκε πολύ από τους σύγχρονούς της κριτικούς και προκάλεσε πικρόχολες αντιδράσεις.
Μετά την αυτοκτονία της το «εμετικό πρωϊνό σκύλου», το έργο της, μετατράπηκε στο «μια ξεχωριστή πειραματική φωνή».
Ο φόνος έγινε μύθος.
Η ίδια είχε πει ότι προτιμά «να ριψοκινδυνέψει τις πιο βίαιες αντιδράσεις και άμυνες από μέρους των θεατών παρά να ανήκει σε μια κοινωνία που έχει αυτοκτονήσει.»
Το πρώτο της έργο ήταν το Βlasted.
Ένα έργο που τοποθετείται σ' ένα ανώνυμο δωμάτιο ξενοδοχείου ξεκινώντας σαν ένα συμβατικό έργο και καταλήγοντας σε μια σκηνή κόλαση.
Τα πεδία της μάχης έρχονται στο προσκήνιο.
Η σκηνή ανατινάσσεται, μαζί της κι η θεατρική φόρμα.
Επόμενο έργο της είναι το Phaedra's love.
Βασισμένο στην τραγωδία του Σενέκα. Τον συναγωνίζεται στην ωμή και τη σεξουαλική βία μιλώντας για την αγάπη.
Το Cleansed διαδραματίζεται σε ένα ίδρυμα στο οποίο η κοινωνία ξεφορτώνεται τους ανεπιθύμητους, ειρωνικά ονομασμένο ως «Πανεπιστήμιο».
Το κύριο θέμα του είναι η αγάπη.
Ως που μπορεί να φτάσει μέσα σε ένα περιβάλλον που ακρωτηριάζει;
Ακολουθεί το Crave.
Η ετυμολογία του τίτλου: «εμμονή, μανία, πολύ δυνατή επιθυμία για κάτι, έντονη επίκληση, δίψα».
Ένα έργο πιο ποιητικό όπου ο συμβατικός διάλογος εκλείπει.
Περισσότερο πειραματικό με το σπάσιμο των θεατρικών συμβάσεων και περιορισμών.
Τελευταίο έργο της, λίγο πριν αυτοκτονήσει είναι η Psychosis 4.48.
Ένας μονόλογος, ένα ποίημα που κραυγάζει την αγωνία και το φόβο του ανθρώπου.
Που όμως δε φοβάται να μιλήσει γι ' αυτόν το φόβο με ωμότητα.
Μια κατάδυση στο ανθρώπινο μυαλό.
Ένα έργο μάλλον αυτοβιογραφικό που δεν παύει η αλήθεια του να αφορά όλους.
Η αποδόμηση είναι κύριο γνώρισμα των έργων της.
Η γλώσσα σταδιακά καταρρέει.
Η γλώσσα που ήταν η διαφυγή της, η γέφυρα, το θεμέλιο της πραγματικότητας, αποδεικνύεται προδοτική.
Η φόρμα σπάει και διευρύνει τις δυνατότητες.
Οι κανόνες στο εκτελεστικό απόσπασμα.
«Μια λέξη σε μια σελίδα και φτιάχνεις δράμα.»
Το βιωματικό αυτό θέατρο βάλλει ενάντια στην κοινωνία.
Μια άρρωστη κοινωνία που γεννάει άρρωστα παιδιά.
Και η κοινωνία ενάντια στην οποία βάλλουν τα έργα αυτά, είναι αυτή που σε αφήνει ανίκανο να νιώσεις.
«Δεν είναι ότι δεν ξέρουμε αλλά ότι δε νιώθουμε.»
Η βία και η σκληρότητα που βρίσκονται στα έργα της Κέην βρίσκονται και στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα αυτού του κόσμου.
Η αγάπη είναι λύση, σανίδα σωτηρίας.
Μέσα από τα κείμενά της, φαίνεται ένας άνθρωπος που μπορεί να αγαπήσει, που είναι ικανός να νιώσει.
Να νιώσει στο πετσί του τον πόνο και να κραυγάσει στην ύστατη προσπάθεια να τον νικήσει.
Να νιώσει την αδιαφορία και να θελήσει να την διαπεράσει.
Κανείς δε μπορεί να πληγεί τόσο βαθιά αν δε διαθέτει ο ίδιος μεγάλο βάθος.
Ποιος είναι τελικά ο άρρωστος και ποιος ο υγιής;
Πού σταματά η πραγματική αγωνία και που αρχίζει η αναπαράστασή της;
Το έργο της Σάρα Κέην μπορεί να αρέσει;
Πού βρίσκεται η αλήθεια και πώς μπορούμε να σταθούμε στο ύψος της;
Οι γονείς της ήταν Ευαγγελιστές και η ίδια στην εφηβεία της ασπάστηκε τον χριστιανισμό.
Αργότερα σχολίαζε την αφέλειά της κι έγινε άθεη ασκώντας κριτική στα εγκλήματα που γίνονταν στο όνομα του θεού.
«God, the bastard», ήταν μια ατάκα του Μπέκετ που χρησιμοποιούσε συχνά.
Ασχολήθηκε νωρίς με το θέατρο, παίζοντας, σκηνοθετώντας και γράφοντας.
Τη δεκαετία του '90 στην Αγγλία αναπτυσσόταν μια νέα θεατρική τάση, που ήθελε να προκαλέσει το κυρίαρχο συμβατικό θέατρο.
Προκαλούσε το θεατή, τον ανησυχούσε, τον ταρακουνούσε.
Η Σάρα Κέην συγκαταλέγεται στους συγγραφείς και σκηνοθέτες αυτού του είδους θεάτρου, που ονομάστηκε "In-yer-face" theatre.
Η ίδια προτιμούσε να μιλάει για βιωματικό θέατρο.
Η θεατρική της δραστηριότητα ήταν έντονη, ακραία και ολιγόχρονη
και τερματίστηκε από τον εκούσιο θάνατό της το Φλεβάρη του 1999.
Το έργο της πολεμήθηκε πολύ από τους σύγχρονούς της κριτικούς και προκάλεσε πικρόχολες αντιδράσεις.
Μετά την αυτοκτονία της το «εμετικό πρωϊνό σκύλου», το έργο της, μετατράπηκε στο «μια ξεχωριστή πειραματική φωνή».
Ο φόνος έγινε μύθος.
Η ίδια είχε πει ότι προτιμά «να ριψοκινδυνέψει τις πιο βίαιες αντιδράσεις και άμυνες από μέρους των θεατών παρά να ανήκει σε μια κοινωνία που έχει αυτοκτονήσει.»
Το πρώτο της έργο ήταν το Βlasted.
Ένα έργο που τοποθετείται σ' ένα ανώνυμο δωμάτιο ξενοδοχείου ξεκινώντας σαν ένα συμβατικό έργο και καταλήγοντας σε μια σκηνή κόλαση.
Τα πεδία της μάχης έρχονται στο προσκήνιο.
Η σκηνή ανατινάσσεται, μαζί της κι η θεατρική φόρμα.
Επόμενο έργο της είναι το Phaedra's love.
Βασισμένο στην τραγωδία του Σενέκα. Τον συναγωνίζεται στην ωμή και τη σεξουαλική βία μιλώντας για την αγάπη.
Το Cleansed διαδραματίζεται σε ένα ίδρυμα στο οποίο η κοινωνία ξεφορτώνεται τους ανεπιθύμητους, ειρωνικά ονομασμένο ως «Πανεπιστήμιο».
Το κύριο θέμα του είναι η αγάπη.
Ως που μπορεί να φτάσει μέσα σε ένα περιβάλλον που ακρωτηριάζει;
Ακολουθεί το Crave.
Η ετυμολογία του τίτλου: «εμμονή, μανία, πολύ δυνατή επιθυμία για κάτι, έντονη επίκληση, δίψα».
Ένα έργο πιο ποιητικό όπου ο συμβατικός διάλογος εκλείπει.
Περισσότερο πειραματικό με το σπάσιμο των θεατρικών συμβάσεων και περιορισμών.
Τελευταίο έργο της, λίγο πριν αυτοκτονήσει είναι η Psychosis 4.48.
Ένας μονόλογος, ένα ποίημα που κραυγάζει την αγωνία και το φόβο του ανθρώπου.
Που όμως δε φοβάται να μιλήσει γι ' αυτόν το φόβο με ωμότητα.
Μια κατάδυση στο ανθρώπινο μυαλό.
Ένα έργο μάλλον αυτοβιογραφικό που δεν παύει η αλήθεια του να αφορά όλους.
Η αποδόμηση είναι κύριο γνώρισμα των έργων της.
Η γλώσσα σταδιακά καταρρέει.
Η γλώσσα που ήταν η διαφυγή της, η γέφυρα, το θεμέλιο της πραγματικότητας, αποδεικνύεται προδοτική.
Η φόρμα σπάει και διευρύνει τις δυνατότητες.
Οι κανόνες στο εκτελεστικό απόσπασμα.
«Μια λέξη σε μια σελίδα και φτιάχνεις δράμα.»
Το βιωματικό αυτό θέατρο βάλλει ενάντια στην κοινωνία.
Μια άρρωστη κοινωνία που γεννάει άρρωστα παιδιά.
Και η κοινωνία ενάντια στην οποία βάλλουν τα έργα αυτά, είναι αυτή που σε αφήνει ανίκανο να νιώσεις.
«Δεν είναι ότι δεν ξέρουμε αλλά ότι δε νιώθουμε.»
Η βία και η σκληρότητα που βρίσκονται στα έργα της Κέην βρίσκονται και στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα αυτού του κόσμου.
Η αγάπη είναι λύση, σανίδα σωτηρίας.
Μέσα από τα κείμενά της, φαίνεται ένας άνθρωπος που μπορεί να αγαπήσει, που είναι ικανός να νιώσει.
Να νιώσει στο πετσί του τον πόνο και να κραυγάσει στην ύστατη προσπάθεια να τον νικήσει.
Να νιώσει την αδιαφορία και να θελήσει να την διαπεράσει.
Κανείς δε μπορεί να πληγεί τόσο βαθιά αν δε διαθέτει ο ίδιος μεγάλο βάθος.
Ποιος είναι τελικά ο άρρωστος και ποιος ο υγιής;
Πού σταματά η πραγματική αγωνία και που αρχίζει η αναπαράστασή της;
Το έργο της Σάρα Κέην μπορεί να αρέσει;
Πού βρίσκεται η αλήθεια και πώς μπορούμε να σταθούμε στο ύψος της;
0 σχόλια:
Αφήστε το σχόλιό σας εδώ...